Ενόψει του σήκουελ της κλασικής ταινίας της Ντίσνεϋ και με αφορμή την πολλαπλή θέαση της πρώτης ταινίας μαζί με τον γιο μου, σημειώνω μερικές παρατηρήσεις για τον απαράδεκτο χαρακτήρα της Μαίρη Πόππινς. Ίσως κάποιοι συμφωνήσετε μαζί μου.1
Με δυο λόγια, θεωρώ ότι μέχρι και ο Φρέντυ Κρούγκερ είναι πιο αθώος από την Μαίρη Πόππινς.
Αν διαφωνείτε, ίσως έχετε να δείτε την ταινία από τα παιδικά σας χρόνια.
Το επιχείρημά μου είναι πολύ απλό: ο Φρέντυ είναι ένα τέρας εκδηλωμένο, ενώ η Μαίρη Πόππινς είναι ένα τέρας κλεισμένο στην ντουλάπα της. Λύκος με προβιά. Ακόμη χειρότερα: λύκος που πιστεύει ότι είναι πρόβατο. Ένας τρομερά συμπλεγματικός χαρακτήρας.
Φυσικά, στις περισσότερες ταινίες, οι χαρακτήρες έχουν τα προβλήματα και τα συμπλέγματά τους. Ωστόσο, το μεγάλο πρόβλημα της ταινίας είναι πως, παρά την προφανώς συμπλεγματική της προσωπικότητα, η Μαίρη Πόππινς παρουσιάζεται αυθαίρετα ως γλυκιά και τέλεια. Το αποτέλεσμα είναι ένα οργουελικό doublethink, βάσει του οποίου ο θεατής εκβιάζεται να αγαπήσει τη Μαίρη Πόππινς, παρά τη σύγχυση που του δημιουργεί η συμπεριφορά της.
Για να δούμε, λοιπόν:
1. Ο Φρέντυ σπάνια χάνει την εύθυμη διάθεσή του
Ή: Η ξυνή Μαίρη
«Δεν είμαι ποτέ ξυνή,» λέει η Μαίρη Πόππινς στον κύριο Μπανκς, κατά τη συνέντευξη της πρόσληψής της. Ωστόσο, αυτή η δήλωση αποδεικνύεται εντελώς ψευδής καθώς, την περισσότερη ώρα, η Μαίρη Πόππινς είναι ακριβώς αυτό. Ξυνή. Στρυφνή. Ακατάδεκτη προς το κάλεσμα των υπολοίπων χαρακτήρων για εύθυμη διάθεση.
Η αντίφαση αυτή είναι ο βασικός λόγος που ο χαρακτήρας της Μαίρης Πόππινς δεν με πείθει. Η Τζούλι Άντριους ήταν σίγουρα τρομερά ταλαντούχα, αλλά ο ρόλος της Μαίρη Πόππινς ήταν εντελώς παρανοϊκός. Ίσως αυτό οφείλεται στο ότι η Πόππινς των βιβλίων της Π. Λ. Τράβερς (από ό,τι διάβασα) δεν είχε την χαριτωμένη πλευρά που τής έδωσαν στην Ντίσνεϋ· ήταν πολύ πιο αυστηρή.
Δεν ξέρω την πηγή του προβλήματος· ξέρω ότι η γλυκιά και η στρυφνή πλευρά της Μαίρη Πόππινς είναι εντελώς ασυμβίβαστες και η προσπάθεια της Ντίσνεϋ και της Άντριους να τις συμβιβάσουν έχει αμήχανο και παράλογο αποτέλεσμα.
Θα ήταν απόλυτα πιστευτός ένας χαρακτήρας που είναι γλυκός και αυστηρός. Έχουμε δει πάμπολλους καλοσυνάτους μέντορες που δεν μασούν τα λόγια τους·
Ωστόσο, ο χαρακτήρας της Πόππινς αδυνατεί να ισορροπήσει ανάμεσα στην αυστηρότητα και τη γλυκύτητα, με αποτέλεσμα να γίνεται ψυχοπαθής. Τη βλέπουμε να σοβαρεύει όταν οι υπόλοιποι γελούν και να γίνεται αυστηρή με εντελώς αβάσιμα «παραπτώματα,» με πρώτο και κύριο την εύθυμη διάθεση των άλλων, δηλαδή των παιδιών, του Μπερτ, και του θείου Άλμπερτ.
Μα τι ακριβώς πρόβλημα έχει η Μαίρη Πόππινς με τη χαρά των ανθρώπων; Αντίθετα, ο Φρέντυ είναι συνήθως πολύ χαρούμενος.
2. Ο Φρέντυ δεν έχει θέμα με την εικόνα του
Ή: Η νάρκισσος Μαίρη
Το πρόβλημα της Μαίρη Πόππινς δεν είναι το ότι οι άλλοι χαίρονται. Το πρόβλημά της είναι όταν αυτό γίνεται χωρίς η ίδια να είναι το επίκεντρο της προσοχής.
Ένας τρόπος υπάρχει για να εγκαταλείψει -προσωρινά- η Πόππινς την αυστηρότητά της: να την παρακαλέσουν οι υπόλοιποι χαρακτήρες να μαλακώσει, στρέφοντας την προσοχή τους -από οποιοδήποτε παιχνίδι τους γέμιζε χαρά- προς την αυτάρεσκη νταντά. «Σε παρακαλούμε, Μαίρη Πόππινς…,» στο οποίο εκείνη απαντά, «εντάξει, λοιπόν…»
Και σιγά σιγά γλυκαίνει. Φτάνει μάλιστα να χαμογελάσει. Και παρασυρόμαστε και σχεδόν αρχίζουμε να τη συμπαθούμε, ξανά.
Μέχρι που συνειδητοποιούμε το πρόβλημα που υπάρχει πίσω από αυτή τη συμπεριφορά: η Μαίρη Πόππινς πάσχει από ναρκισσισμό: χαίρεται μόνο όταν η ίδια είναι το κέντρο της προσοχής.
Όπως έγραψα παραπάνω, δεν είναι απαραίτητα πρόβλημα το να έχει μια ιστορία έναν χαρακτήρα με ανισόρροπο. Το πρόβλημα εμφανίζεται όταν η ιστορία προσπαθεί να μας πλασάρει αυτόν τον χαρακτήρα ως τέλειο: όταν μετρά τον εαυτό της με τη μαγική μεζούρα της, το αποτέλεσμα είναι «Μαίρη Πόππινς, πρακτικά τέλεια σε όλα.»
Δεν είμαι ψυχολόγος, αλλά είμαι σίγουρος ότι όλη η ταινία μπορεί εύκολα να θεωρηθεί ως φαντασίωση ενός νάρκισσου: η θύελλα που παίρνει μακριά τις άλλες νταντάδες για να ανοίξει τον δρόμο στην ίδια· το σύμπαν μέσα στη ζωγραφιά, όπου όλοι τη λατρεύουν σαν θεά· η δυνατότητα που έχει να φεύγει και να έρχεται όπως φυσά ο άνεμος· η λανθάνουσα ερωτική της σχέση με τον Μπερτ, η οποία χαρακτηρίζεται από την αδυναμία της να συνδεθεί μαζί του.2
3. Ο Φρέντυ σκοτώνει παιδιά με το γάντι
Ή: Η σκληρή Μαίρη
Όταν η ταινία πλησιάζει στο τέλος της, χωρίς ιδιαίτερο λόγο, η Μαίρη Πόππινς αποφασίζει να φύγει, επειδή… άλλαξε ο άνεμος. Για κάποιο λόγο, οφείλουμε να πιστέψουμε ότι η δουλειά της ολοκληρώθηκε.
Πράγματι, το εσωτερικό ταξίδι του κυρίου Μπανκς έφτασε στο τέλος του, καθώς ο πολυάσχολος τραπεζίτης επιτέλους κατάλαβε την σημασία του να δίνει προσοχή στα παιδιά του. Παρόλα αυτά, δεν νομίζω ότι έπαψε να χρειάζεται μια νταντά για αυτά, έτσι δεν είναι;
Προφανώς η αναχώρηση της Μαίρη Πόππινς είναι ένα βεβιασμένο αφηγηματικό εύρημα για να κλείσει η ιστορία όπως άνοιξε: με την οικογένεια χωρίς τη Μαίρη Πόππινς.
Έστω.
Από πού προκύπτει, ωστόσο, η ακατανόητα παγερή συμπεριφορά που δείχνει η Πόππινς στα παιδιά, κατά την αναχώρησή της;
Όταν την παρακαλούν να μην τους εγκαταλείψει, με το ύφος «έκανα τη δουλειά μου,» που της δίνει αυθαίρετα η ιστορία, σηκώνεται και φεύγει. Επειδή άλλαξε ο άνεμος.
Αλλά αυτό δεν είναι το χειρότερο. Αρνείται να δώσει θετική απάντηση, όταν τα παιδιά την ρωτούν: «Δεν μας αγαπάς, Μαίρη Πόππινς;» Απαντά: «Και τι θα συνέβαινε σε μένα, ας ρωτήσω, αν αγαπούσα όλα τα παιδιά που τους έλεγα αντίο;»
Συγγνώμη;!; Αυτό πονάει περισσότερο από το «καλώς ήρθες στην ζώνη υψηλής τηλεθέασης, σκύλα!» Χωρίς πλάκα, σκεφτείτε το: μια νταντά φεύγει, λέγοντας στα παιδιά ότι δεν τα αγαπά. Απλά σκεφτείτε το, για λίγο.
Εδώ η ταινία προφανώς πάει να πετύχει κάτι αντίστοιχο με τη σκηνή που διώχνουν τον Χάρι τον Απίθανο. Υποτίθεται ότι η Πόππινς το κάνει για να γυρίσουν τα παιδιά στον πατέρα τους. Τα παιδιά, όμως, δεν είναι ζώα. Δεν υπάρχει λόγος η επανένωση με τον πατέρα να μη γίνει με πιο ανθρώπινο τρόπο.
Επιπλέον, το πράγμα χαλάει στο ότι η Πόππινς, σε αντίθεση με τον οικογενειάρχη Τζωρτζ Χέντερσον, φαίνεται πραγματικά ασυγκίνητη κατά την αναχώρησή της.
Αλλά η αθλιότητα δεν σταματά εδώ. Ύστερα από αυτή την σκληρότατη συμπεριφορά, έρχεται βεβιασμένος και αυθόρμητος ένας ντίσνειος συναισθηματισμός, για να μπλοκάρει τη φυσιολογική συναισθηματική μας αντίδραση προς την απαράδεκτη νταντά, δηλαδή την απόλυτα δικαιολογημένη απέχθειά μας: προκειμένου να πεισθούμε ότι -παρά την αλλόκοτη συμπεριφορά της- η Μαίρη Πόππινς έχει συναισθήματα, η σκηνή του αποχωρισμού από τα παιδιά ακολουθείται από άλλη μια «χαριτωμένη» σκηνή, στην οποία η Πόππινς μιλάει με την ομπρέλα της. Εκεί, η ομπρέλα καταφέρνει να εκμαιεύσει από την αφέντρα της ότι η σκληρόκαρδη νταντά δήθεν έχει συναισθήματα, αλλά τα κρύβει από τα παιδιά για κάποιον ανώτερο σκοπό.
Ναι, το καταλάβαμε: για να γυρίσουν τα παιδιά στον πατέρα τους.
Γιατί δεν τα δέρνει κιόλας η Πόππινς, πριν τα γυρίσει στον πατέρα τους;
(Αυτό μου θυμίζει την άλλη ανεκδιήγητη ατάκα της προς τα ίδια καημένα παιδιά: «Αν δεν κοιμηθείτε, θα καλέσω την αστυνομία.»)
Αν η σκηνή με την ομπρέλα έλλειπε, θα μέναμε με την -ορθή- εντύπωση ότι η Πόππινς σκέφτεται μόνο τον εαυτό της. Το ότι η σκηνή υπάρχει είναι άλλο ένα δείγμα του σκωτσέζικου ντους στο οποίο μας υποβάλλει συνεχώς ο παρανοϊκός χαρακτήρας που παίζει η Τζούλι Άντριους.
4. Ο Φρέντυ σέβεται τις γυναίκες περισσότερο
Ή: H ατυχέστατη φεμινίστρια Κα Μπανκς
Θα μπορούσα να πω ότι η Μαίρη Πόππινς είναι ο πιο προβληματικός χαρακτήρας της ταινίας, αν δεν υπήρχε η κυρία Μπανκς.
Όπως και η Πόππινς, έτσι και η Κα Μπανκς έχει δύο πλευρές εντελώς ασυμβίβαστες:
- της φεμινίστριας και σουφραζέττας και
- της υπάκουης και υπόχρεης συζύγου.
Όταν ο σύζυγός της λείπει, η κυρία Μπανκς έχει ένα ολόκληρο νούμερο μιούζικαλ, στο οποίο τραγουδά με ενθουσιασμό το πόσο οι άνδρες, ως μερίδα του πληθυσμού, είναι λίγο ηλίθιοι. Μπροστά στον κύριο Μπανκς, όμως, όλη αυτή η επαναστατικότητα εξαφανίζεται. Μόλις εκείνος της λέει ότι προσέλαβε ταχύτατα την νέα νταντά, η κυρία Μπανκς θαυμάζει την εξυπνάδα του και παραδέχεται ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να διαχειριστεί το θέμα μόνη της.
Το να πούμε ότι το κόνσεπτ της σουφραζέττας συζύγου ήταν μια ρηχή και αποτυχημένη ιδέα είναι η αθώα θεωρία. Κάποιος πιο καχύποπτος θα έλεγε η Ντίσνεϋ θέλησε απλά να μειώσει το φεμινιστικό κίνημα.
Αξιοσημείωτη είναι η στιγμή στο τέλος της ταινίας, όταν η κυρία Μπανκς βάζει την κορδέλα της σουφραζέτας ουρά στον χαρταετό των παιδιών, πριν βγουν όλοι μαζί να πετάξουν αετό, σαν ευτυχισμένη οικογένεια. Η κραυγαλέα αυτή συμβολική κίνηση δηλώνει το ταξίδι ωρίμανσής της: ως τώρα ασχολιόταν με ασήμαντες επαναστάσεις και τώρα -καθρεφτίζοντας το εσωτερικό ταξίδι του άντρα της- μπορεί επιτέλους και αυτή να ασχοληθεί με τα παιδιά της. Ο φεμινισμός παρουσιάζεται ως ένα χόμπυ που η γυναίκα εγκαταλείπει όταν ωριμάσει συναισθηματικά.
Η ντίσνεια βερσιόν του σεξισμού είναι κλάσεις ανώτερη (καθότι ύπουλη) από το «σκύλα» που ξεστομίζει ο Φρέντυ σε κάθε γυναίκα που στέκεται απέναντί του. (Αν μη τι άλλο, ο Φρέντυ νικιέται από γυναίκες, σε κάθε μία από τις αμέτρητες ταινίες του.)
Εκτός από σεξιστικό, το ταξίδι ωρίμανσης της κυρίας Μπανκς είναι και δραματικά ανύπαρκτο· δεν το εντοπίζουμε πουθενά στην ταινία. Αν ο Μπανκς είναι ο πολυάσχολος και ο πανέξυπνος, το δικό της πρόβλημα ποιο είναι, αλήθεια; Μάλλον το ότι είναι ένας κενός και κακοσχεδιασμένος χαρακτήρας.
Η κυρία Μπανκς τραγουδά «οι θυγατέρες των θυγατέρων μας θα μας λατρεύουν…» Αν το φεμινιστικό κίνημα εκπροσωπείτο από άτομα σαν εκείνη, θα χρειάζονταν πολλές γενεές μέχρι οι θυγατέρες των θυγατέρων να νιώσουν έστω και τον ελάχιστο σεβασμό προς αυτό.
Έτσι, οι γυναίκες της ταινίας είναι οι εξής:
- μια νάρκισσος και εγωκεντρική μάγισσα,
- μια διπρόσωπη και αδύναμη αστή νοικοκυρά που το παίζει φεμινίστρια όταν λείπει ο σύζυγός της,
- δυο υπηρέτριες που τσακώνονται μεταξύ τους όταν δεν καθρεφτίζουν απλώς την κυρά τους,
- μια άστεγη που πουλάει τροφή για περιστέρια.
Ο μόνος λόγος που δεν διαλέγω την άστεγη είναι επειδή δεν ξέρω αρκετά για αυτήν. Είμαι σίγουρος ότι, δεδομένου αρκετού φιλμικού χρόνου, η Ντίσνεϋ θα κατάφερνε να καταστρέψει και αυτόν τον χαρακτήρα μπροστά στα μάτια μου.
Ελλείψη άλλων επιλογών λοιπόν -πού να βρω μια Νάνσυ Τόμσον σε ταινία της Ντίσνεϋ;- αναγκάζομαι να στραφώ προς την Μαίρη Πόππινς. Δικαίως είναι ο χαρακτήρας του τίτλου.
Ωστόσο, αν είχα την επιλογή, επιμένω ότι θα προτιμούσα τον Φρέντυ. Ακόμη και στη γυναικεία, sexploitation βερσιόν του.
—
Σημειώσεις
1 Έχουν γραφεί κάμποσα άρθρα σχετικά με τα προβλήματα στην ιστορία αυτής της ταινίας. Προτείνω να απολαύσετε το χιούμορ του “Mary Poppins” Is Actually An Extremely Messed Up Movie. Το Mary Poppins Is Not As Good As You Remember ασκεί κριτική στο ότι η ταινία έχει πολλά κομμάτια που τα παιδιά βρίσκουν βαρετά.
2 Σύμφωνα με μια θεωρία, ο Μπερτ είναι ένα από τα παιδιά που η Μαίρη Πόππινς έχει μεγαλώσει στο παρελθόν. Ως υπερφυσικό ον, η ίδια δεν γερνά. Ενδιαφέρον, ωστόσο δεν είναι κάτι που αντιλαμβάνονται πολλοί θεατές. Η εντύπωση που μένει, νομίζω, είναι αυτή της ανεξήγητης και λανθάνουσας ερωτικής σχέσης μεταξύ των δύο -τουλάχιστον από την πλευρά του Μπερτ.