Το να αφήνουμε ημιτελές ένα δημιούργημα εκλαμβάνεται ως αποτυχία. Από την παιδική μας ηλικία, έχουμε μάθει ότι η αναβολή και η εγκατάλειψη είναι δύο πολύ αρνητικά στιγματισμένες ενέργειες. Είναι όμως αληθινά έτσι;

“Τα παρατάω.” Γιατί αυτή η πρόταση μας δημιουργεί τόσο αρνητικά συναισθήματα; Το να αδυνατούμε να ολοκληρώσουμε κάτι είναι πολύ απλό και ανθρώπινο. Σημαίνει απλά ότι ο δημιουργός που είμαστε εκείνη τη στιγμή της ζωής μας είναι μικρός και αδύναμος. Δεν σημαίνει ότι πρέπει να τιμωρηθούμε για αυτό!

Αντί να αυτομαστιγωνόμαστε, μπορούμε να απενοχοποιήσουμε την απόφασή μας και να εγκαταλείψουμε με συνείδηση· με ωριμότητα· με υπομονή· με πίστη. Πίστη στον δρόμο της εξέλιξής μας. “Μπορεί τώρα να είμαι αδύναμος, αλλά σε λίγο καιρό θα είμαι δυνατότερος.”

Όλο το κόλπο βρίσκεται στην αποδοχή του τώρα. “Ναι, τώρα είμαι αδύναμος. Μπορώ να καταφέρω κάποια πράγματα, αλλά το συγκεκριμένο δημιούργημα είναι πάνω από τις δυνάμεις μου.” Είναι αληθινά τόσο οδυνηρό να το παραδεχτούμε;

Η σκέψη να εγκαταλείψουμε είναι οδυνηρή μόνο επειδή έχουμε συνδέσει την εγκατάλειψη με τη δειλία και την εκμηδένιση. Ο εγωισμός μας πληγώνεται: “Δεν μπορώ να εγκαταλείψω. Αν εγκαταλείψω, είμαι ένα μηδενικό.”

Η αλήθεια είναι ότι μπορούμε να εγκαταλείψουμε, χωρίς να είμαστε μηδενικά.

Εγκατάλειψε κι εσύ. Μπορείς.

Προφανώς δεν είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε το συγκεκριμένο θηρίο. Αυτή η σκέψη, αντί να μας προκαλέσει ταπείνωση, ας μας προκαλέσει ταπεινότητα: “Τώρα βρίσκομαι εδώ.” Επιμονή: “Δυναμώνω, δουλεύοντας καθημερινά.” Υπομονή: “Κάποια στιγμή, θα είμαι αρκετά δυνατός για να αντιμετωπίσω το θηρίο που σήμερα με νίκησε.”

Το επόμενο που έχουμε να κάνουμε είναι να βάλουμε το ημιτελές δημιούργημα σε ένα συρτάρι. Όχι στον σκουπιδοντενεκέ. Σε ένα συρτάρι ή ντουλάπι ή κουτί ή φάκελο ή αρχείο στον υπολογιστή. Χωρίς αίσθηση αποτυχίας. Χωρίς ενοχή. Χωρίς τάση για τιμωρία. «Μέχρι εδώ, αυτά κατάφερα,» να πούμε, βλέποντας και τιμώντας αυτό το non-finito· το τμήμα του έργου που έχουμε ήδη αντιμετωπίσει.

Να το μαγικό κόλπο: τοποθετώντας το ημιτελές αυτό έργο στο συρτάρι, το βάζουμε σε μια χρονική κάψουλα· το κάνουμε δώρο στον μελλοντικό, καλύτερο εαυτό μας. Τού λέμε: «έχω αυτή την ιδέα. Την έχω προχωρήσει κάμποσο. Θέλεις να την σουλουπώσεις εσύ;»

Όταν 2, 3, ή και 10 χρόνια αργότερα, ανοίξουμε το συρτάρι και δεχτούμε το δώρο του παρελθοντικού μας εαυτού, λέμε: «Μμμ… Αυτό κάτι μού θυμίζει. Γιατί δεν το είχα τελειώσει;» Διαβάζουμε αυτά που έχουμε γράψει και χαμογελάμε. Είτε από συμπάθεια για τις αδυναμίες του τότε, είτε επειδή, απλούστατα, μας αρέσει το project. Η αντίδραση «ρε συ, αυτό είναι ωραίο!» είναι πιο συνήθης από ό,τι φαντάζεστε.

Το φρέσκο μάτι σφραγίζει τη σχέση μας με το περασμένο υλικό. Ξαναπιάνοντάς το μετά από χρόνια, ξεκούραστοι πια, αποστασιοποιημένοι, κάνουμε τη δουλειά του δεύτερου συγγραφέα, που προσλαμβάνεται να διορθώσει με ψυχραιμία το κείμενο ενός άπειρου και εξαντλημένου πρωτοπόρου, που κάποτε τα παράτησε, έχοντας πέσει σε κορεσμό από το αναμάσημα του υλικού. Με το φρέσκο αυτό μάτι, πολύ πιθανό να ξεκολλήσουμε, ακόμη και να ολοκληρώσουμε το έργο που κάποτε μας αντιστάθηκε.

Και όλα αυτά χάρη σε ένα συρτάρι. Και λίγη πίστη στο μέλλον.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *